Η γιαγιά παίρνει το χέρι μιας άγνωστης.
- Αυτή είναι η μητέρας σου, μου λέει.
Δεν την έχω ξαναδεί. Έχει ένα περίεργο βλέμα. Καυτό και φευγάτο. «Αλληθωρίζει ψυχικά», σκέφτομαι.
- Ποια είσαι; τη ρωτάω. Ποια είσαι;
Έχω ιδρώσει, έχω πυρετό, τρέμω ολόκληρη, θα πεθάνω.
- Πάμε να παίξουμε με τις κούκλες σου;
Την παίρνω απ το χέρι.
- Πάμε.
Της δείχνω τις κούκλες μου.
- Όλες τις λένε μαμά. Εσύ ποια είσαι;
Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου